Monday, September 23, 2019

The Monochrome Set live @ Αν Club (21-9-2019)



Υπάρχει κάποιος λόγος να γράψεις review για ένα live μια μπάντας που ξεκίνησε πριν καμιά σαρανταριά χρόνια, έχει εμφανιστεί πρώτη φορά στην Ελλάδα το… 1982 και δεν κατάφερε να μαζέψει στο ΑΝ Σάββατο Σεπτέμβρη ούτε μιαν… αντιπροσωπεία των ελληνικών γκρουπ που χουνε παίξει μαζί τους, τις τέσσερις φορές που- αν δεν κάνω λάθος- έχουν έρθει στα μέρη μας;

Θέλω να πω ότι δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενοι να πεις ότι θα τους προωθήσεις, φάνηκαν… υπερβολικά εξοικειωμένοι με λιγοστό κόσμο και- συμπερασματικώς- αδιάφοροι για το τι λέει ο κόσμος γι αυτούς και ξέρω κιόλας ότι το συγκεκριμένο blog, παρομοίως με κείνους, δεν το γνωρίζουν και πολλοί ή, μάλλον, τό χουν ξεχάσει μέχρι κι οι δημιουργοί του, όπως κι εγώ είχα ξεχάσει ότι οι Monochrome Set υπάρχουν και κυκλοφορούν ακόμη. Απαντώ ότι υπάρχει εφόσον λόγω αυτού του live έμαθα ακριβώς ότι οι οι Monochrome Set υπάρχουν και κυκλοφορούν ακόμη κι επίσης άκουσα αυτό το καλοκαίρι τη διόλου ευκαταφρόνητη δισκογραφία τους στη δεκαετία που διανύουμε (και, ομολογώ, δεν ενθουσιάστηκα αλλά σε καμιά στιγμή δεν το θεώρησα χάσιμο χρόνου) αλλά, κυρίως, κατάφερα ν απαντήσω στο θεμελιώδες- υπαρξιακό μου ερώτημα: «ποιός είναι ο αγαπημένος μου δίσκος τους». Η απάντηση, είμαι βέβαιος πλέον, είναι το “Lost Weekend”, o δίσκος πού τους διέλυσε κυριολεκτικώς, λόγω της εμπορικής του αποτυχίας και- πολύ θα θελα να- συμπυκνώνει αυτά τα σαρανταφεύγα χρόνια και της δικής μου ζωής, αλλά-φυσικά- όχι. Δηλαδή, ότι πρέπει να επιμένεις σ αυτό που νομίζεις ότι θέλεις να κάνεις άσχετα με το τι λεν οι άλλοι, ότι για να κάνεις κάτι αριστουργηματικό πρέπει να δουλέψεις πολύ για χρόνια, ότι για να είναι κάτι αριστουργηματικό πρέπει να φαίνεται ότι δεν έχεις προσπαθήσει σχεδόν καθόλου γι αυτό, ότι ακόμη και να ναι κάτι αριστουργηματικό το πιο πιθανό είναι ότι σχεδόν κανείς δε θα το προσέξει και κυρίως ότι αυτό το τελευταίο δε θα σε νοιάζει καθόλου, ότι η κατάρα αυτού του πράγματος είναι ότι εσύ, στη συνέχεια, δε θα μπορείς να κάνεις κάτι άλλο κοκ

Όλα αυτά τα κατάλαβα επειδή από αυτόν τον δίσκο παίξανε μόνον ένα κομμάτι, που το προσπερνάς αδιάφορα, στον ίδιο τον δίσκο. Κι έπειτα κατάφερα να εξηγήσω γιατί συμβαίνει αυτό: απλώς, το “Lost Weekend” ήταν το πρώτο άκουσμα που χα από Monochrome Set. Που θα πει (έχετε ήδη καταλάβει ότι το δυνατό μου σημείο δεν είναι η εξυπνάδα) ότι δεν μπορώ να εξηγήσω αν αυτό συνέβη επειδή το “Lost Weekend” είναι όντως αριστούργημα κι έτυχε να τ’ ακούσω και να κολλήσω και δε θα κολλούσα αν είχα ακούσει κάτι άλλο και δε θα χα σπαταλήσει τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου με δαύτους αλλά θα χα κολλήσει με πολύ πιο άξιους ή αν όλα όσα έχουν κάνει είναι αριστουργήματα ή αν όλα αυτά δεν έχουν καμία σημασία και υπάρχει εξ αρχής μια υπερβατική σύνδεση ανάμεσα σε μένα και τους Monochrome Set, που δε βγάζει πουθενά να προσπαθώ να την εξηγώ και να την ερμηνεύω, απλώς υπάρχει, δηλαδή εξ-ισταται, κι εγώ μαζί της (είπαμε, είναι υπαρξιακό το review).

Αν φτάσατε ως εδώ, το θέμα, ο αρχικός λόγος που τα γράφω αυτά είναι ότι αν σας έτυχε ποτέ κάτι όπως αυτό που έτυχε σε μένα με τους Monochrome Set και το χετε ξεχάσει, μην τό αφήσετε κι αν δεν σας έχει τύχει, θα σας τύχει και, πάλι, μην το αφήσετε. Αν, πάλι, καταλαβαίνετε ακριβώς, για ποιο πράγμα μιλώ, έ τότε, χάσατε τον χρόνο σας μαζί μου.
.
Νίκος Watchman

 
PS  Παρομοίως, ένα παράδοξο σχόλιο για το support: τέτοιο σεβασμό στο «κυρίως πιάτο» έχω να δω από τους… Lambchop προς τους Yo la Tengo… Ά και live είναι εξαιρετικοί.

Wednesday, July 17, 2019

KRISTIN HERSH - Electric Trio, live at Mercury Lounge NYC 22/6/2019


- Ήταν η ευχάριστη έκπληξη καθώς ψάχνεις σε αντίστοιχο αθηνόραμα της Νέας Υόρκης  και λαμβάνεις την απάντηση που ήλπιζες στην ερώτηση μήπως παίζει τίποτα ενδιαφέρον σήμερα στην πόλη,
- Ήταν το χαμόγελο μέχρι τα αυτιά που αβίαστα σχηματίζεται καθώς εισέρχεσαι στο Mercury Lounge και αντικρίζεις το χωρητικότητας 197 ατόμων (βάσει πινακίδας για την ασφαλή διεξαγωγή των συναυλιών, ότι συμβαίνει και εδώ δηλαδή…) συναυλιακό χώρο, η οικειότητα και απλότητα του οποίου δεν σου αφήνουν περιθώρια απογοήτευσης για του τι πρόκειται να ακολουθήσει,
πόσο μάλλον όταν στον συγκεκριμένο χώρο επί τελευταίας 25τίας έχει παρελάσει όλη η ανεξάρτητη σκηνή της nyc με χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα τα απανωτά πρώτα lives των Strokes (που οδήγησαν τον τύπο που έκλεινε τα gigs για το μαγαζί να παραιτηθεί για να γίνει ο μάνατζερ τους),
- Ήταν το support του Fred Abong (Throwing Muses, Belly) που σε εισήγαγε ήπια με τις μικρές αλλά συνάμα μεστές στιχουργικά ακουστικές του συνθέσεις, στο underground περιβάλλον που περιμένεις να μπεις,
- Ήταν μια καθηλωτική Kristin Hersh που δεν σου επέτρεπε να τραβήξεις το βλέμμα σου ούτε στιγμή από πάνω της καθώς σε οδηγούσε με τους δύο εξαίρετους band mates, σε έμπειρα μονοπάτια διδακτικού τύπου για πολλές επίδοξες νέο post punk/art rock μπάντες, αναδεικνύοντας το μεγαλείο που σου προσέφεραν η 4AD και η SUBPOP στα 90s, που προφανώς είχες ξεχάσει και αντιλαμβάνεσαι ότι σου είχαν λείψει, αν και σε καθόρισαν εν μέρει μουσικά,
- Ήταν από αυτές τις συναυλίες που απλώς ‘προκύπτουν’ και ‘λειτουργούν’ και άρα τις καταγράφεις ως ιστορικές.
theo_k






Sunday, March 17, 2019

Συναυλία μελών και φίλων των Television Personalities στο Temple για την ενίσχυση του Dan Treacy
ή
Το χειρότερο καλύτερο live που έχω δει στη ζωή μου




Ήταν βέβαιο. Τίποτα δεν μπορούσε να αλλάξει την απόλυτα φυσιολογική κατάληξη. Είχε έρθει η ώρα να παρακολουθήσω το χειρότερο live της ζωής μου.

 Ένα live που δεν είχα καν επιλέξει να πάω.

Οι ενδείξεις ήταν σαφείς. Από που να ξεκινήσουμε; Τα εισιτήρια μου τα αγόρασε ο φίλος μου για να με "εξαναγκάσει" να έρθω μαζί του. Ήμουν η τελευταία του (και προφανώς χειρότερη) επιλογή. Φίλος, ειρήσθω εν παρόδω, που δεν είναι και ο μεγαλύτερος πολυλογάς του κόσμου, άρα δεν είναι και η δική μου αδυναμία για συναυλιακή παρέα. Ο χώρος του Temple (μικρότερος από ότι περίμενα) ήρθε να προστεθεί στους αρκετούς ήδη υπάρχοντες χωρητικότητας 300-400 ατόμων που δεν εντυπωσιάζουν. Ο ήχος μουντός και κακός. Ακόμα και ο barman μου ζήτησε αν έχω ψιλά να πληρώσω την αξίας 4 ευρώ μπύρας, ενώ του είχα δώσει πεντάευρω. Θέλετε και άλλα;

Το πρώτο support, oι Kissamatic Lovebubbles έχουν στο ενεργητικό τους μία δισκογραφία που περιορίζεται στο 1 (ολογράφως: ένα!) επτάιντσο -δεν τους μπερδεύεις και με τους Fall. Ούτε σε κουράζουν να μαντέψεις το setlist τους. Το δεύτερο support ήταν οι Callas, που τους έχω δει πιο πολλές φορές και από όσες έχουν έρθει στην Ελλάδα οι Scorpions. Δεν περιμένω τίποτα από αυτούς (ούτε και αυτοί από μένα, φαντάζομαι). Όσο για τους headliners: ο frontman Jowe Head με καπελαδούρα και πουκάμισο με τα λιωμένα ρολόγια του Dali, ο μπασίστας με τη μακρύτερη σειρά από κονκάρδες που έχω δει ever στα δύο πέτα του σακακιού του, έδιναν εικόνα tribute μπάντας σε επαρχιακή pub. Και από το πρώτο κομμάτι, όταν συνειδητοποίησα ότι τα φωνητικά του Jowe Head ήταν τόσο χαμηλωμένα που δεν ακούγονταν και ότι διάβαζε από την παρτιτούρα τους στίχους, αναρωτήθηκα: Γυρίζει αυτό το ματς;

Και όμως, γυρίζει.

Οι Kissamatic μας ξεκούνησαν παίζοντας τα ...άπαντα τους (με κορυφαίο το 'Total Hangover' από την ιστορική συλλογή 'Try A Little Sunshine'), οι Callas σταθερή αξία τελείωσαν το θορυβώδες set τους κοιτώντας τη φωτογραφία του Dan Treacy που επέβλεπε τα πάντα πάνω από τη σκηνή. Και όσο για τους "Members of Television Personalities"; Ε, λοιπόν αυτό δεν έχει και τόση σημασία!

Γιατί μισή ώρα μετά από το εναρκτήριο 'Salvador Dali's Garden Party', το κοινό πήρε τα ηνία. Γιατί αυτό ήταν που τραγουδούσε  -μανιασμένα σχεδόν- τους στίχους που διάβαζε ο Head από το χαρτί, αυτό χόρευε παθιασμένα και ίδρωνε, αυτό ζητούσε εμφατικά το 'Part Time punks' και το 'Geoffrey Ingram' και έμμεσα έφτιαχνε το setlist.

Ένα κοινό που συγχωρούσε τα πάντα: την τρακαρισμένη ερμηνεία της Etten στο 'I Know Where Syd Barrett Lives', τα χαμένα ακόρντα, την γηπεδική εκτέλεση του 'Part Time Punks' όπου κοινό και καλλιτέχνες ανέβηκαν μαζί στη σκηνή και δημιούργησαν μία αμφιβόλου αισθητικής έκδοση του μεγάλου hit, τις φωνές που δεν ακούγονταν. Γιατί η χθεσινή βραδιά ήταν βραδιά προσφοράς και αναγνώρισης της απίστευτης ιδιοφυΐας του Dan και -κυρίως- βραδιά αγάπης. 

Και η αγάπη συγχωρεί.

Δεν ήξερα ότι ήμασταν τόσοι πολλοί. 

Δεν πίστευα ότι μέσα στην κρίση και περιμένοντας το καλύτερο συναυλιακό καλοκαίρι ever, τη μέρα που παραδίπλα έπαιζε η Anna Calvi (με 5 ευρώ φτηνότερο εισιτήριο, παρακαλώ) θα μαζευτούν διακόσιοι παλιόφιλοι του Dan για να τραγουδήσουν και να χορέψουν υπό το βλέμμα του.
Για να θυμηθούν το σπιτάκι του 14ου ορόφου και να χαμογελάσουν πικρά.
Για να ειρωνευτούν αυτά τα πάρτυ στο Chelsea.
Για να τον ευχαριστήσουν.
Για να του κλείσουν το μάτι.
Για να του πουν ότι είναι μία μεγαλοφυΐα.
Για να του πουν ότι δεν πειράζει που έλειπε σήμερα, γιατί ξέρουμε και εμείς τους στίχους απέξω.
Για να του βάλουν κρυφά στην κωλότσέπη το υστέρημά τους ελπίζοντας να το δεχτεί.
Για να ευχηθούν να γίνει καλά και να επιστρέψει δυνατός.
Σαν εκείνον τον παλιοκαταφερτζή. Ξέρετε, τον Geoffrey Ingram.

Για να τον πειράξουν τραγουδώντας τους ίδιους του τους στίχους:

He was very famous once upon a time,
But no-one knows even if he’s alive
.”

Και να πουν στη φωτογραφία του:

'Ρε μπαγάσα, δεν ήταν μόνο ο Syd'




Νίκος Ζωητός

Sunday, June 25, 2017

Yo La Tengo live review @ SNFCC 2017-06-24






Δεν έχει περάσει ούτε μία μέρα από το χθεσινό live των Yo La Tengo και ακόμα προσπαθώ να βάλω σκόρπιες σκέψεις και συναισθήματα στα σωστά κουτάκια, να διαλέξω τι να κρατήσω και τι να αφήσω να φύγει μακριά. Αδυνατώ να καταλάβω αν έχω συνειδητοποιήσει τι ακριβώς συνέβη, αν η συναυλία "μεγάλωσε" μέσα μου τόσο γρήγορα ή αν απλά παρασύρομαι από την αιώνια αφοσίωσή μου στην μεγάλη μπάντα από το Hoboken.

Προσπαθώ να ξεχάσω ότι έχουν μεσολαβήσει εννέα ολόκληρα χρόνια από την τελευταία τους επίσκεψη στο Synch, να προσποιηθώ ότι και αυτοί και εγώ είμαστε ακόμα οι ίδιοι, ότι τα χρόνια αυτά δεν μας μάρκαραν καθόλου, δεν μας γέρασαν. 'Ότι δεν υπήρξαν καν.

Για να καταλήξω κάπου, ας προσπεράσω ένα-δύο πραγματάκια: την καθιερωμένη καραελληνική δημοσιογραφική γκρίνια/ηλιθιότητα από τους γνωστούς προσκλησάκηδες που θυμούνται την επιβίωση των promoters μόνο όποτε υπάρχουν μεγάλα και σοβαρά δωρεάν live, αλλά ποτέ δεν βάζουν το χέρι στην τσέπη για να τους ενισχύσουν αγοράζοντας απλά ένα εισιτήριο. Ένα τέτοιο μεγάλο γεγονός ήταν και το χθεσινό και πήρε τη θέση που του αναλογεί (δίπλα στα μεγάλα δωρεάν live που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα μαζί με την εμφάνιση των R.E.M. στο Καλλιμάρμαρο το 2008 και των Primal Scream στο Soundwave το 2009)

Πρέπει να ξεπεράσω και το ετερόκλητο κοινό με ηλικιωμένους, ξέμπαρκους και παιδάκια που είχαν ξαπλώσει στο χορτάρι με ύφος 'τι ωραία που είναι και φέτος στη Δονούσα'. Ευτυχώς, το κοσκίνισμα έγινε άμεσα: αρκούσε η μετάλλαξη του εναρκτήριου 'Stupid Things' σε ένα ρεσιτάλ παραμόρφωσης και η σύνδεσή του (μέσω ενός keyboard που λούπαρε ...μόνο του) με το αυτοαναφορικό 'We're An American Band' για να γυρίσουν τα παιδάκια πίσω στις υπέροχες παιδικές χαρές του Ιδρύματος και οι άσχετοι σε χώρους φιλικότερους για τα αυτάκια τους.

Πρέπει να ξεπεράσω όλα αυτά και να κρατήσω τα ουσιώδη: μία μπάντα που τα μέλη της κάνουν συνεχές rotation στα όργανα, βρίσκονται και αλληλοσυμπληρώνονται με κλειστά μάτια σαν το δίδυμο Ντέμη-Τσιάρτα, περνούν εύκολα από το indie rock και το punk στη soul και το R&B, αλλάζουν τα setlists τους σαν πουκάμισα μπερδεύοντας και τους φανατικότερους οπαδούς τους,
αυτοσχεδιάζουν διαρκώς πάνω στη σκηνή και δεν αναπαράγουν τους δίσκους τους αλλά μάλλον τους ξαναφτιάχνουν κάθε βράδυ.

Είδα, επίσης, έναν Ira αληθινό ηγέτη που είναι ικανός να αλλάξει τη ροή των πραγμάτων σε κάθε track και να στρέψει το κομμάτι σε όποια κατεύθυνση θέλει.

Και ένα κοινό που λυσούσε να ακούσει τα γρήγορα κομμάτια του συγκροτήματος και βρήκε την ευκαιρία να εκδηλώσει τη λατρεία του στο μονολιθικό έπος του 'Ohm'.

Σε ένα τέτοιο παιχνίδι, ποτέ δεν μένουν όλοι εντελώς ευχαριστημένοι: κάποιοι βαρέθηκαν στην 'τριλογία της Georgia' ('My heart's Not In It', 'Satellite' και 'I'll Be Around'), κάποιοι βρήκαν αχρείαστη τη δεκάλεπτη ψυχεδέλεια του 'Pass The Hutchet...', ενώ άλλοι σαν το γράφοντα περίμεναν μάταια το 'Deeper Into Movies' για να εκτοξευτούν. Όλοι, δε, απαιτούσαν δικαίως ένα 'Blue Line Swinger' ή ένα 'I Heard You Looking' να κλείσει θριαμβευτικά τη βραδιά και να μην μας αφήσει με την αίσθηση ανολοκλήρωτου sex.

Και αυτές, όμως, οι μικρές απογοητεύσεις ανήκουν στο παζλ της βραδιάς. Κανένας πίνακας δεν είναι τέλειος. Και όσοι προτιμούν συναυλίες με τέλειες setlist που δεν παραλείπεται κανένα hit, sing-alongs, αναμενόμενα φινάλε και εκτελέσεις-ρέπλικα μάλλον βρέθηκαν λίγες εκατοντάδες μέτρα παραπέρα από το χώρο που ο κύριος Brandon 'θριάμβευε'.

Εμείς προτιμήσαμε να κοιμηθούμε γλυκά με το αποχαιρετιστήριο νανούρισμα της Georgia στα αυτιά μας.


Νίκος Ζωητός



Το (περίπου) setlist
Stupid Things
We're An American Band
Big Day Coming
Stockholm Syndrome
Mr. Tough
My Heart's Not In It
Satellite
I'll Be Around
Before We Run
Double Dare
Ohm
Pass The Hatchet, I Think I'm Goodkind

(encore)
Autumn Sweater
I Need Love (Mad Hatters cover)
By The Time It Gets Dark





Tuesday, June 21, 2016

Minor Victories - Breaking My Light





 
The band members are vocalist Rachel Goswell (Slowdive), guitarists Stuart Braithwaite (Mogwai) and Justin Lockey (Editors), and film-maker James Lockey of Hand Held Cine Club

theo_k

Thursday, June 5, 2014


Ought
'More Than Any Other Day'
(2014, Constellation)





Οι OUGHT πιθανώς  προέρχονται από την «κάτω» πλατεία του Μόντρεαλ που έδρασε το 2012 σε   απάντηση στη νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης. Μπορεί όμως να είναι κι ένα επιστημονικό πείραμα του πανεπιστημίου McGill για το πόση τέχνη μπορεί να περιέχει ένας δίσκος κλασσικής  μουσικής στις μέρες μας ή πόσα διαφορετικά μουσικά ερεθίσματα μπορεί να επεξεργασθεί το  μεταιχμιακό σύστημα του εγκεφάλου ταυτόχρονα ή πάλι να κάνανε καμιά κλωνοποίηση του David Byrne και να τον βάλανε τον κλώνο στο studio με τους Heads, επειδή ο κανονικός δεν τούς μιλάει. Εξετάζεται και το σενάριο οι Pavement μετά την επανένωση του 2010 να πολιτογραφήθηκαν Καναδοί και να ξανακυκλοφορούν δίσκο με ψευδώνυμο για να μην διακοπούν οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Ή, πάλι, κάτι παρόμοιο να κάνανε κι οι Sonic Youth (και, για ξεκάρφωμα, η Kim Gordon τραγουδάει με ανδρική φωνή). Μπορεί ακόμη ο Lou Reed να ξαναβρήκε τη Nico στον Άδη και να αποφάσισαν να επικοινωνήσουν τηλεπαθητικώς με  τον John Cale για να φτιάξουν την πρώτη «μπανάνα» του 21ου αιώνα.  Τέλος λέγεται ότι απλώς εφευρέθηκαν καινούριες νότες και οι πολυεθνικές αποφάσισαν να τις στείλουν στην μικρή Constellation για να μετρήσουν στις αντιδράσεις του κοινού. Όμως τίποτα από όλα αυτά δεν επιβεβαιώνεται από τα ιστορικά δεδομένα. Απλώς, οι «στενές επαφές τρίτου τύπου» συνέβησαν στην πραγματικότητα το 1977. Το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης ανθρώπων και εξωγήινων εκείνης της μέρας μπορεί επιτέλους να αποκαλυφθεί στις μάζες. Είναι το ομότιτλο 'More Than Any Other Day'.  


Νίκος Rorschach        





Sunday, May 11, 2014


Brian Jonestown Massacre
'Revelation'
(2014)








«…Συνήθως δεν βιαζόμουν να γυρίσω σπίτι από τη δουλειά. Δεν με περίμεναν και πολλά άλλωστε εκεί. Έβαζα τ’ ακουστικά και μέχρι να φτάσω κοίταγα τους ανθρώπους γύρω μου. Μόνον τους ανθρώπους. Αυτή τη φορά ήταν διαφορετικά. Βιαζόμουν. Είχα προ-παραγγείλει τους καινούριους Brian Jonestown που τούς άκουγα πάντα σε βινύλιο. Μόνον. Τους είχα ήδη λιώσει. Σχεδόν έτρεχα κι όχι μόνον επειδή θα έβρεχε. Πέρασα μέσα από το πάρκο παρότι σιχαινόμουν τα περιστέρια. Μάλιστα, ήμουν μέλος ενός αντι-περιστερικού φόρουμ. (Αυτό συνέβαινε από τότε που είχα διαβάσει “Το Περιστέρι” του Ζίσκιντ ταυτόχρονα που άρχισα να ακούω τους BJTM και να πιστεύω σε θεωρίες συνωμοσίας. Από τότε δεν τα σιχάθηκα, απλώς τα φοβόμουν. Σκεφτόμουν ότι ο Ζίσκιντ της μουσικής που είχα ακούσει μάλλον θα ήταν ο Newcombe.) Γύρισα και τα κοίταξα κιόλας. Είχα χρόνια να το κάνω. Τότε είδα το μοναδικό όμορφο περιστέρι που χα αντικρίσει στη ζωή μου. Ήταν ροζ. Σκέφτηκα ότι είτε είναι μεταλλαγμένο είτε ακούω πολλή νεο-ψυχεδέλεια τώρα τελευταία. Μάλλον το δεύτερο ήταν πιο πιθανό. Έπειτα, φοβήθηκα πιο πολύ απ’ ότι συνήθως κι έμεινα καρφωμένος εκεί κοιτώντας το. Ήθελα να φύγω, απλώς δεν μπορούσα. Εξακολούθησα να το κοιτάζω λες και κινδύνευε η ζωή μου και μόνον αυτό θα με έσωζε. Έπειτα το ροζ περιστέρι γύρισε το κεφάλι του προς το μέρος μου. Και μετά κελάηδησε. Ξεκόλλησα. Έφτασα σπίτι κι έβαλα τη βελόνα στον δίσκο. Έξω, άρχιζε η καταιγίδα. Χαμογέλασα. Είχα χρόνια να το κάνω. …»



 Νίκος Rorschach